Στα παλιά τα χρόνια,
εκεί που οι ρίζες μας, οι άνθρωποι
ενεργούσαν με πολλή περίσκεψη.
Προετοιμάζονταν σχολαστικά, για να
αποφύγουν τυχόν εμπόδια κάθε φορά, και
να επιτύχουν το σκοπούμενο ή τις όποιες
επιδιώξεις τους. Πρώτ’ απ’ όλα θα
θυσίαζαν στο θεό τους, για να ’χουν
εξασφαλισμένη την εύνοιά του, αλλά αυτό
δεν τους έφτανε.
Όσοι μπορούσαν ρωτούσαν
και το πιο κοντινό μαντείο για την αίσια
έκβαση και πώς θα την πετύχουν.
Ήταν και
οιωνοσκόποι που πρόβλεπαν τα μελλούμενα.
Οιωνοί ήταν η ονομασία των πουλιών αλλά
ορισμένα τα προς παρατήρηση από τους
οιωνοσκόπους.
Κι ήταν ο τρόπος που
πετούσαν, οι κινήσεις τους, τα σημάδια
που άφηναν, ήταν οι λαλιές και τα κραξίματά
τους.
Παρατηρούσαν ακόμα και τις στάσεις
και τις κινήσεις των φιδιών και των
τετράποδων ζώων αλλά και τα εντόσθια
των σφαγείων, η πλάτη τους και άλλα μέρη
του σώματος σκοπούνταν.
Κι από αυτά
έβγαινε ο χρησμός και οι λήπτες του ή
θα ξεκινούσαν αμέσως ή θα περίμεναν,
λίγο ή πολύ, μέχρι να γίνουν καλοί οι
οιωνοί.
Κάθε αναχώρηση, ενέργεια,
εκστρατεία, επιχείρηση δεν ξεκινούσε
αν δεν περνούσε από αυτή τη διαδικασία.
Ο Αγαμέμνονας μαζί με τους άλλους Έλληνες
κουράστηκαν να περιμένουν στην Αυλίδα
γιατί ούριος άνεμος ν’ ανοίξει τα πανιά
τους και να σπρώξει τα πλοία τους δε
φυσούσε. Κάποιος θεός ήταν θυμωμένος.
Έτσι έδειχναν τα πράγματα. Έτσι ο
Αγαμέμνονας ακούγοντας το μουρμουρητό
που σηκωνόταν απ’ το στράτευμα, κάλεσε
τον Κάλχα και τον διέταξε να χρηματοδοτήσει
ποιος ήταν ο πεισματωμένος θεός και τι
προσφορά ήθελε για να άρει την οργή του
και να ανοίξει τον ασκό του επιθυμητού
αέρα. Ο Κάλχας δυσκολεύτηκε αλλά τον
έβγαλε τον χρησμό, που στο άκουσμά του
ο Αγαμέμνονας ένιωσε σαν από κεραυνό
χτυπημένος. Η Ιφιγένεια, η μεγάλη του
κόρη, θυσία στο βωμό του Απόλλωνα! Κάλεσε
το επιτελείο του, ζητώντας τη συμβουλή
του. Κι εκεί οι πιο ψύχραιμοι και
μυαλωμένοι του είπαν πως δεν υπάρχει
καιρός για χάσιμο. Με τον Απόλλωνα δεν
μπορείς να δείξεις ανυπακοή. Ή δέχεσαι
και εκτελείς ή σε καταπίνει η θάλασσα.
Έτσι, λοιπόν, ο Αγαμέμνονας, θέλοντας
και μη, συμμορφώθηκε με τη θεία επιθυμία.
Ήταν βλέπεις αρχιστράτηγος όλων των
Ελλήνων κι ήταν απαραίτητος ο σεβασμός
τους.
Οι μαντικές προβλέψεις
και οι χρησμοί τηρούνταν με θρησκευτική
ευλάβεια από όλους τους Έλληνες και
μεταδόθηκε στους Ρωμαίους, όπου έλαβε
διαστάσεις τεράστιες, και στη συνέχεια
στο Βυζάντιο. Χαρακτηριστικό είναι αυτό
που συνέβηκε στον αυτοκράτορα Ρωμανό
Δ΄ το Διογένη. Πριν καλά καλά στρογγυλοκαθίσει
στο θρόνο υποβλεπόμενος από τους
ανθρώπους του παλατιού, γενναίος, ωραίος,
ικανός, ανήσυχος και βιαστικός, έχει
ετοιμαστεί να εκστρατεύσει κατά των
Περσών για να τους καταφέρει το τελειωτικό
χτύπημα. Λίγο πριν το ξεκίνημα, ένα μαύρο
περιστέρι έρχεται και επικάθεται στον
ώμο του και ένας μακρόσυρτος θόρυβος
αναδίνεται από τα πλήθη του λαού,
ανησυχίας δηλωτικός. Οι δικοί του βλέπουν
το συμβάν σαν κακό οιωνό, τον πλησιάζουν
και τον ικετεύουν να αναβάλει την
εκστρατεία αλλά εκείνος αρνείται
πεισματικά και ξεκινά για το ραντεβού
του με το μοιραίο εκεί στο Μάντζικερτ,
κοντά στη λίμνη Βαν.
Εμείς σήμερα τι κάνουμε;
Κάτι κατάλοιπα από αυτά, ακόμα σέρνονται
στις στράτες μας, όπως η ανεπιθύμητη
συνάντηση με τον παπά, το λάλημα της
κουκουβάγιας κοντά στο σπίτι, ο μαύρος
γάτος που βγαίνει στο δρόμο σου το πρωί
και άλλα πολλά, που, όμως, για μας –τους
πολλούς– έπαψαν να έχουν σημασία. Όλα
τα παράγωγα απ’ τα μαντεία και τις
οιωνοσκοπίες τα έχουμε κάνει ευχές και
τις εκστομίζουμε και τις προσφέρουμε
όταν κάτι σημαντικό στη ζωή μας συμβαίνει
ή το βλέπουμε σαν πιθανό να συμβεί ή
πολύ το επιθυμούμε ή απευθυνόμαστε στις
ουράνιες δυνάμεις και του Θεού το έλεος,
για να έχουμε τη βοήθειά τους στα
επικείμενα ή στα μελλούμενα.
Στους κοντινούς, στους
χρόνους που πέρασαν, πολλά κακά μας
βρήκαν και δυσκόλεψαν τη ζωή μας. Αυτό
βγαίνει από τον απολογισμό που κάναμε,
καθώς βρισκόμαστε μπροστά στον καινούργιο
χρόνο που έρχεται. Και αυθόρμητα πετιέται
από μέσα μας το ερώτημα: Τι μας υπόσχεται;
Τι θα μας φέρει; Μας ακούει μα δεν μας
δίνει απόκριση. Δεν έχει τέτοια συνήθεια
ο χρόνος.Παραπέμπει, όμως, στα σημάδια
που έχει αφήσει στο πέρασμά του για να
βρούμε μόνοι μας την απόκριση. Τα ξέρουμε
κι έχουν αποτυπωθεί πάνω μας αυτά τα
σημάδια. Και να τι βγαίνει από αυτά και
την ερμηνεία τους: Ξέρω – θέλω – μα δεν
μπορώ ούτε σαν ευχή να προσφέρω. Να πω
αίσιο τη στιγμή που το απαίσιο κυριαρχεί
και έχει απλώσει παντού και βαθιά τις
ρίζες του; Να πω στο νέο να βρει το κορίτσι
των ονείρων του να ζευγαρώσει και ν’
ανοίξει σπιτικό; Άνεργος θα μου απαντήσει.
Να του ευχηθώ να βρει δουλειά; Έχω πολλά
χρόνια σπαταλήσει απ’ τη ζωή μου,
ψάχνοντας και ματαιοπονώντας. Πουθενά
δεν τη βρήκα, ούτε κανείς μου την πρόσφερε.
Να ευχηθώ ευτυχία; Όποιος το ακούσει θα
μου πει: όπου στρέψω γύρω το μάτι μου
αντικρίζω χωριά έρημα, ανθρώπους
ξεσπίτωτους να κοιμούνται με στρώμα τη
γη και με σκέπασμα τον ουρανό, παιδιά
και γέρους να στέκουν στους δρόμους, με
σκυθρωπά και φοβισμένα τα πρόσωπα και
χέρια απλωμένα με ανοιχτές τις παλάμες,
μάνες βαρυπενθούσες κι άλλες που τις
τρώει το μαράζι που δεν έχουν ψωμάκι να
δώσουν στα παιδιά τους, που λάμια η πείνα
έχει κατασκηνώσει μέσα τους και τρώει
τα σωθικά τους. Να ευχηθώ ειρήνη σ’ όλο
τον κόσμο ν’ απλωθεί κι εκεί να μείνει
για πάντα σταθερή και ακίνητη; Άλλοι θα
κουνήσουν το κεφάλι, άλλοι θα σκάσουν
στα γέλια, άλλοι θα βλαστημήσουν, άλλοι
θα με πάρουν για σαχλό ή τρελό ή εξωγήινο
κι όλοι μαζί θα πουν: Εδώ καλλιεργείται
συστηματικά και μεθοδικά, εντατικά και
επεκτατικά ο πόλεμος και με αειφόρο
παραγωγή τα σύνεργά του από όλα τα κράτη,
τα ισχύν έχοντα, κι εσύ μας μιλάς για
ειρήνη; Στέκεις καλά; Κουνήσου, άνθρωπέ
μου, από τη θέση σου…!
Έπεσα σε βαθιούς
συλλογισμούς και βρήκα πως αυτή είναι
η αλήθεια. Τι δεν το καταλάβαινα; ΟΧΙ!
ΟΧΙ! ΟΧΙ! Νά, έλεγα, πως τόσα χρόνια που
πέρασαν, είχαμε φτιάξει μια ζωή με
τρόπους και με κανόνες, με ήθη και έθιμα
και μ’ αυτά τη συντηρούσαμε και στηρίζαμε
τη λεγόμενη παράδοση. Χωρίς αυτά θα είχε
νόημα η ζωή μας, δεν θα καταλήγαμε σε
πλήρη αποξένωση μεταξύ μας. Εδώ στάθηκα
να θυμηθώ μήπως υπάρχει και κάτι άλλο
επιθυμητό και υπολογίσιμο για τον
άνθρωπο. Δεν άργησα να το βρω. Πώς δεν
το ’χα σκεφτεί τόσην ώρα; Κι είναι το
πρώτιστο για τον άνθρωπο. Είναι η υγεία!!
Όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, τη θέλουν
και σφοδρά την επιθυμούν .Χωρίς αυτήν
όλα τα όνειρά σου, οι πόθοι, οι ελπίδες
σου, οι επιθυμίες σου σβήνουν. Γίνεσαι
άνθρωπος άδειος και κούφιος, χωρίς έρμα
και περιεχόμενο. Γίνεσαι άνθρωπος χωρίς
πουκάμισο ή πουκάμισο χωρίς άνθρωπο,
για να θυμηθούμε και λίγο το Σεφέρη.
Υγεία, λοιπόν, να έχουμε η ευχή μας για
το 2020 κι όλα, πάντα με προσπάθειες και
κόπους και υπομονή, μπορούμε να τα
φτιάξουμε ή να τα αποκτήσουμε.
Καλά
Χριστούγεννα,πρώτα.
Εύχομαι σε σας όλους,
φίλοι μου, και στον καθένα χωριστά και
σε εκείνους που αγαπάμε, ο καινούργιος
χρόνος να σας χαρίσει και να σας
εξασφαλίσει υγεία! Και αν είπε κανείς:
λίγο είναι! Συμφωνώ. Γι’ αυτό επεκτείνοντας
τις ευχές μου: και ό,τι άλλο επιθυμείτε!
Είμαι ανοιχτοχέρης…;
14.12.2019 Πάνος Λαζαρόπουλος
ΧΡΥΣΟΒΙΤΣΑΝΙΚΑ ΝΕΑ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου