ΧΑΣΑΠΑΙΟΙ , εξ Αστακού Ξηρομέρου..

 





Η εύανδρος οικογένεια των Χασαπαίων υπήρξε μία από τις σημαντικότερες οικογένειες της επαρχίας Ξηρομέρου, πριν και κατά τη διάρκεια Αγώνα (1821-1830) με αναρίθμητες στο ενεργητικό τους δάφνες και παρακαταθήκες προς την πατρίδα. Θερμοί πατριώτες, αλλά και σκληροτράχηλοι πολεμιστές, που με το σάλπισμα της ελευθερίας ήταν πανέτοιμοι για τον μακροχρόνιο και επικό αγώνα.......
Δείτε βίντεο 

Οι Χασαπαίοι έλκουν την καταγωγή τους από τον Βάρνακα Ξηρομέρου και ήρθαν στο Δραγαμέστο Ξηρομέρου αρχές του 1800. Ήταν μεγάλη οικογένεια, εξ ού και «Χασαπαίικη φάρα» που λέγεται και σήμερα στον Αστακό, ήταν δέκα αδέρφια και σαρανταπέντεπρωτοξάδελφα και είχαν λάβει διάφορες προσωνυμίες,όπως : Τζοβολαίοι, Μουστρουφαίοι, Κωσραρελαίοι, Κουντουραίοι,Τσομπαίοι, Μπελοκαίοι .Στη διάρκεια του αγώνα του ΄21 υπήρξαν αξιωματικοί, αρχικώς υπό τον Γεώργιο Βαρνακιώτη και από τέλους του 1822 και μετά υπό τον Γεώργιο Τσόγκα.

Προ της εκρήξεως της επαναστάσεως είχαν συγκροτήσει πολυμελές και αξιόμαχο στρατιωτικό σώμα από 150-180 άνδρες πολεμιστές που αποτέλεσε κατά τον αγώνα τη μοναδική ίσως ομάδα κρούσεως των στρατευμένων Ξηρομεριτών και επικεφαλής όλων ήταν ο Βασίλης Χασάπης, ο και μετέπειτα Σωματάρχης στο Μεσολόγγι και στρατηγός το 1826 στο Ναύπλιο.

Τις πρώτες μέρες της επανάστασης (Απρίλιος 1821) βρέθηκαν στην Πάτρα, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του προεστού Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου και υπήρξε το πρώτο ελληνικό στρατιωτικό συγκροτημένο τμήμα, που λαμβάνει μέρος στις μάχες στην Αγιά Λαύρα, στην Πάτρα, στην Αλεξιώτισσα (3 Απρ. 1821) και στην Αγ. Παρασκευή. Ακολούθως πολέμησαν κατά των Τούρκων και με τον Γεώργιο Σισίνη (μετέπειτα πρόεδρο Εθνοσυνελεύσεων) στη Γαστούνη και στο Χλεμούτσι Ηλείας.

Επέστρεψαν μέσα Απριλίου στο Ξηρόμερο στο οποίο δεν είχε ακόμη εκραγεί η επανάσταση και, με ορμητήριο το Λεσίνι και τον Προφήτη Ηλία Δραγαμέστου, αρχίζουν να γράφουν σελίδες εποποιίας. Άλλες σημαντικές μάχες που έλαβαν μέρος οι Χασαπαίοι ήταν στο Βραχώρι (10-11 Ιουνίου 1821) στην οποία ανέλαβαν τη φύλαξη των Τούρκων και με εντολή του Βαρνακιώτη τους μετέφεραν στο Δραγαμέστο και από εκεί τους διεκπεραίωσαν στην Πρέβεζα σύμφωνα με την συνθήκη απελευθέρωσης του Βραχωρίου που υπέγραψε ο Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης με τον Νούρκα Σερβάνη διοικητή του Βραχωρίου, στο Μακρυνόρος (10 Ιουνίου 1822), στο Πέτα (4 Ιουλίου 1822), στον Αετό Ξηρομέρου (9 Αυγ. 1822), στην Κατοχή Ξηρομέρου ( 31 Δεκ. 1822) και στην οποία κατά τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη διέπρεψαν σημαντικά.

“...τινές έλληνες Ξηρομερίτες, Χασαπαίοι, επονομαζόμενοι, έπιασαν εις το λιμάνι της Κατοχής, Πεταλά καλούμενον, εν Τραμπάκουλον με σημαίαν Φράγκικη φορτωμένον τροφάς, διευθυνόμενον από Πρέβεζα προς εξοικονόμηση ζωοτροφών των έξω της πόλεως Μεσολογγίου στρατευσάντων Τούρκων...Τα λάφυρα επήραν ο Καπετάν Τσόγκας και οι Χασαπαίοι απο την μάχη της Κατοχής “ {Αρχ. Ύδρας. τ. 9ος, σελ. 40-41 }, όπως και στην Α΄ πολιορκία (1822) αλλά και στην Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου (1825-6) στην οποία ο Βασίλης Χασάπης ήταν ένας εκ των 60 διακεκριμένων σαυτό, Σωματαρχών και Υποσωματαρχών.

Τέλος αρχές του 1823 όταν ήρθε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης στο Δραγαμέστο με 1200 άνδρες (Σκάλα Δραγαμέστου συγκεκριμένα) με 5 Υδραίικοσπετσιώτικα καράβια, συνεργάστηκε με τους Χασαπαίους τόσο στο στρατόπεδο που έφτιαξαν στο Λιγοβίτσι, όσο και στις μάχες στην Κατοχή (8 Ιαν.1823) και στην Λεπενού (15 Ιαν. 1823).

Η δε λαϊκή μούσα μας έσωσε σχετικό ποίημα που αναφέρει τα ακόλουθα για τους Χασαπαίους με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.

«...έκρινα και εστοχάσθηκα, δυο Καπεταναίοι,

να τρέξουν στο Ξηρόμερο οπούν οι Χασαπαίοι,

Τσόγκας και Πετρόμπεης μέσα στα πλοία εμβαίνουν,

με ένα στράτευμα αρκετό στο Δραγαμέστο εβγαίνουν.

Τους Χασαπαίους έκραξεν, τους λέγουν στο Λεσίνι,

πηγαίνετε ογλήγορα να μάθωσιν κι εκείνοι,

όσοι κι αν ευρίσκονται μέσα εις το Λεσίνι»

(Ιστορία Δυτ. Χερ. Ελλάδος, Μεσθενέως. 1824).


Η δράση των Χασαπαίων και η αυξανόμενη δύναμίς των κίνησε την ανησυχία, τον φθόνο των Μαγγιναίων Δραγαμεστινών προεστών κλπ οπλαρχηγών (Θεοδ. Γρίβας, Γεωρ. Τσόγκας, Δημ. Μακρής, Αλ. Βλαχόπουλος) αλλά και του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Η ανησυχία μεγάλωσε περισσότερο όταν έμαθε ο Μαυροκορδάτος ότι ο Φίλιππος Χασάπης (αδελφός του Βασίλη) θα παντρεύονταν την αδελφή του Ξηρομερίτη οπλαρχηγού Κωνσταντή Βέρρη, ενός αξιόλογου οπλαρχηγού που το 1824 προήχθη μαζί με τον Βασίλη Χασάπη σε Χιλίαρχο.

Ο Θεόδωρος Γρίβας άρχισε να ανησυχεί, γιατί η ένωση δύο οπλαρχηγικών οικογενειών στο Ξηρόμερο (Χασάπης και Βέρρης) δεν συνέφερε και τους δύο (Μαυροκορδάτο και Γρίβα).

Τότε ο Μαυροκορδάτος συνέλαβε το σατανικό σχέδιο εξοντώσεως των Χασαπαίων, με συνεργάτη τον έμπιστό του Τάτζη Μαγγίνα και εκτελεστικό του όργανο τον Θεόδωρο Γρίβα, με τον οποίον οι Χασαπαίοι ήταν αδελφοποιητοί και δεν υποψιαζόταν την παγίδα του Μαυροκορδάτου και του Τάτση Μαγγίνα.

Να πως περιγράφει τα γεγονότα ο δάσκαλος Γεώργιος Ν. Χασάπης, που του τα διηγήθηκε ο παππούς του, Νικολάκης Χασάπης, γιος του οπλαρχηγού του 21, Αναστασίου Χασάπη ή Τσόμπου.

«Το πρωί στις 2 Απριλίου 1823 ο Τάτζης Μαγγίνας ειδοποίησε τον Βασί­λη Χασάπη με τον έμπιστό του υπηρέτη και ακόλουθό του τον Δραγαμεστινό, Μήτρο Παναγιώτου, ότι, αν πέσουν τ’ απόσκια θα περάση από το Σκάλωμα (Αστακός) ο Θεόδωρος Γρίβας με την παρέα του και καλεί τους Χασαπαίους να πάνε στο σπίτι του στα πέρα μαγαζιά (Αγ. Ανδρέα, στο σημερινό σπίτι του Κρίθυ­μου) να κουβεντιάσουν και να πιούν κανένα κρασί. Πράγματι ανυποψίαστοι οι Χασαπαίοι, ο Βασίλης, με τα αδέλφια του: Δημήτρη, Κυρίκο, Φίλιππα, Χρήστο και τα εξαδέλφια του Νικολάκη, Μικέλη και Θανάση πήγαν. [Τα σπίτια των Χα­σαπαίων ήταν προς στο Χοβολιό και στην τοποθεσία Λαγοκίλη].



Όταν έφτασαν στο σπίτι του Μαγγίνα, βρήκαν τον Θεόδωρο Γρίβα και την παρέα του, τον έμπιστό του Αράπη, τον Τάτζη Μαγγίνα και τον έμπιστό του Μαγγίνα, Μήτρο Παναγιώτου. Χαιρετήθηκαν και αφού ήταν και αδελφοποιτοί άφησαν τα όπλα πίσω από την πόρτα όπως υπήρχε και το έθιμο και κάθισαν και κουβέντιαζαν και έπιναν κρασί και ρακί. Σε κάποια στιγμή ο Μαγγίνας τους είπε ότι τον ειδοποίησαν να πάει γλήγορα στο σπίτι στο Δραγαμέστο γιατί είναι άρρωστη η γυναίκα του. Τους χαιρέτησε αφήνοντας τους καλεσμένους στο σπίτι του στη φροντίδα του έμπιστου υπηρέτη του Μήτρου Παναγιώτου.

Σε κάποια στιγμή ο Γρίβας, ο έμπιστος του Αράπης και λοιποί επιτέθηκαν με γιαταγάνια στους άοπλους και ανυποψίαστους Χασαπαίους και σκότωσαν τα αδέλφια του Καπετάν Βασίλη: Φ ί λ ι π π ο, Κ υ ρ ί κ ο, Χ ρ ή σ τ ο και τα ξαδέλ­φια του Ν ι κ ο λ ά κ η, Μ ι κ ε λ ή & Θ α ν ά σ η. Ο Βασίλης και ο αδελφός του Δημήτρης (Κουντούρης) πήδηξαν από το παράθυρο του σπιτιού και γλύτωσαν. Ο Δημήτρης τραυματίστηκε στο πόδι του και κούτσαινε μέχρι που πέθανε. Μά­λιστα ακόμη και σήμερα στον Αστακό, χάριν αστειότητας, λένε οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, ότι γίνατε μεγάλη οικογένεια από έναν κουτσό Χασάπη».

Μετά την αποτρόπαιη πράξη του αυτή ο Γρίβας και η παρέα του (Κίτζος Τζαβέλας, Λάμπρος Βέικος, Γεώργιος Δράκος, Γιαννούσης Πανομάρας, Μήτρος Παναγιώτου και ο Αράπης,σωματοφύλακας του Γρίβα), πήραν τον έμπιστο του Τάτση Μαγγίνα, Μήτρο Παναγιώτου και έφυγαν περιπλανώμενοι στο δάσος στη Μάνινα του Ξηρομέρου.

Οι διασωθέντες Χασαπαίοι (Βασίλης και Δημήτρης) αφού έθαψαν τους νεκρούς, μαζί με τους άλλους Χασαπαίους και τα παιδιά των δολοφονηθέντων κατεδίωξαν τον Γρίβα, μαζί με τους Χιλίαρχους Γεώργιο Τσόγκα, Δημήτρη Μακρή και Αλεξάκη Βλαχόπουλο. Ο Γρίβας ταμπουρώθηκε στην Κούλια του Γουλιμή στην Κατοχή Ξηρομέρου πολιορκούμενος επί αρκετό διάστημα και διασωθείς και βοηθούμενος απ τον Δήμο Τσέλιο διέφυγε στην Πελοπόννησο και έκτοτε ουδέποτε πολέμησε στη Δυτ. Ελλάδα, καθότι για την αποτρόπαιη του πράξη με το να σκοτώσει αναίτια, έξι Χασαπαίους, ήταν μη αποδεκτός στη Δυτ. Ελλάδα απ΄ όλους τους δυτικοελλαδίτες οπλαρχηγούς και δικαίως.

Αλλά και ουδέποτε λογοδότησε σε καμία δικαστική αρχή για το προαναφερθέν έγκλημα στους έξι Χασαπαίους.


Πιστοποιητικό στρατιωτικών εκδουλεύσεων του Αναστασίου Χασάπη ή Τσόμπου στα 1845

Οι κυριότεροι Χασαπαίοι οπλαρχηγοί στα 1821-1833 ήταν οι παρακάτω :

Χασάπης Αθανάσιος : υποχιλίαρχος στα 1825 (πολ.φ.63), Εκατόνταρχος στα 1830 (Γραμ. Στρατ. φ.159), υπολοχαγός το 1845 στη βασιλική Φάλαγγα (ΦΕΚ. 6 / 20-3-1845).

Χασάπης ή Τσόμπος Αναστάσιος : Πενήνταρχος αξιωματικός στα 1826 και 1832 (Γραμ. Στρατ. φ.159), Δημοτικός Σύμβουλος Αστακού (1859-1864) επι δημαρχίας Γεωργίου Γεροθανάση.

Χασάπης Γιάννης : Πενήνταρχος αξιωματικός στα 1825-1826.

Χασάπης Κωσταρέλος : Εικοσιπένταρχος αξιωματικός στα 1825-1826.

Χασάπης Δημήτριος ή Κουντούρης : Χιλίαρχος αξιωματικός στα 1825 (πολ.φ.61), Πεντακοσίαρχος επί Καποδίστρια το 1830 (Γραμ. Στρατ. φ. 154) και 2ος τη τάξει μετά τον Βασίλη.

Χασάπης Κωστούλας : υποχιλίαρχος το 1825 (πολ. φ. 103, 144), Εκατόνταρχος το 1830 (Γραμ. Στρατ. φ. 149, 164), λοχαγός το 1845 στη βασιλική Φάλαγγα (υπ. Στρατ. φ. 491, ΦΕΚ. 6/1845), Δημοτικός Σύμβουλος Αστακού επί δημαρχίας Νικολάου Τσέλιου (Συλ. Λαδά Κ/47). Εκλέκτωρ στη Συνέλευση των Ξηρομεριτών το 1843 που διεξήχθη στον Αστακό για την εκλογή των Πληρεξουσίων βουλευτών Νικ. Μαυρομμάτη και Νικ. Τσέλιου.

Χασάπης Νικόλαος: ανθυπολοχαγός στη Β. Φάλαγγα το 1843 (Προικ. φ.64).

Χασάπης Πέτρος : Χιλίαρχος το 1826 (πολ. φ.144).

Χασάπης Σταύρος ή Κουντούρης : Εικοσιπένταρχος το 1830 (Γραμ. Στρατ. φ.159) και Δημοτικός Σύμβουλος Αστακού.

Χασάπης Κώστας του Μικέλη : Εμπορος –κτηματίας, Δημοτικός Σύμβουλος 1855-1862 και αναπληρωτής Δήμαρχος το 1863 (ΦΕΚ.12/1863) τον οποίον διαδέχθηκε ο Αλ. Μαλούσης.

Όμως ο επιφανέστατος και αξιολογότατος όλων των Χασαπαίων υπήρξε ο Βασίλης ο οποίος γεννήθηκε το 1788 και πέθανε (σκοτώθηκε σε μάχη) το 1827.

Πήρε μέρος σε όλες τις διεξαχθείσες στη Δυτική Ελλάδα μάχες, όπως στο Μακρυνόρος, Βραχώρι, Πέτα, Αετό, καθώς και στην Πάτρα, Γαστούνη, Χελμούτσι Ηλείας, στην Α΄και στη Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου στην οποία μάλιστα υπήρξε και ένας εκ των 60 σαυτό Σωματαρχών. Αρχικά υπηρετούσε υπό τον Γεώργιο Βαρνακιώτη ως τέλος του 1822 και ακολούθως υπό τον Γεώργιο Τσόγκα ο οποίος αρχές του 1824 τον προτείνει μαζί και με τους Κωνσταντή Λεπενιωτάκη (Πλαγιά), Αποστολάκη Κουσουρή (Βάρνακας), Παλαιογιώργος, Καρπούζης Αναγνώστης (Βάρνακας), Βασίλης Σερεπίσιος (Ζαβέρδα), Κωνσταντή Βέρρη (Μύτικας) και προάγεται στον βαθμό του Χιλίαρχου {ΑΕΠ, τ.10ος, σελ. 306, τ. 7ος, σελ.286, Πολ.φ.9 (032)}. Παράλληλα είχε και την πολιτική εύνοια, για βραχύ διάστημα και του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου.


Η απόφαση προαγωγής του Βασίλη Χασάπη από το Εκτελεστικό Σώμα, στον βαθμό του χιλίαρχου στις 8 Μαΐου 1824. Με την ίδια απόφαση και στον ίδιο βαθμό, προάγονται και οι : Κωνσταντής Λεπενιώτης (Πλαγιά), Αποστολάκης Κουσουρής (Βάρνακας), Αναγνώστης Καρπούζης (Βάρνακας), Σερεπίσιος Βασίλης (Ζαβέρδα), Παλιογιώργος Γιάννης (Κομποτή), όλοι τους αξιωματικοί του στρατηγού Γεωργίου Τσόγκα.{Πολ.φ.9, ΑΕΠ. τ. Β}

Ο Βασίλης Χασάπης ανεδείχθη σημαντικός οπλαρχηγός κυρίως κατά την Α΄ πολιορκία του Μεσολογγίου (1822) και μετά, όπου διατηρούσε στενό δεσμό με τον ομοιόβαθμό του και παιδικό του φίλο από τον Βάρνακα, Αποστολάκη Κουσουρή.

Μαζί πορεύονταν ως και τον Απρίλιο του 1826, με τη διαφορά ότι ο Βασίλης Χασάπης έμεινε στάσιμος στις προαγωγές του (χιλίαρχος από τις 8 Μαΐου 1824 ως και τον Μάρτιο του 1826), ενώ ο Αποστολάκης Κουσουρής προήχθη σε αντιστράτηγο στις 12 Ιουλίου 1825{πολ.φ.102 (102),103 (93), Εκτελ. φ. 60,70} και στρατηγός στις 18 Σεπτ. 1825 {πολ. φ. 137 (152),167}.

Συμμετείχε ως πληρεξούσιος, στη Συνέλευση του Αιτωλικού στις 17 Δεκεμβρίου 1824, που διεξήχθη υπό τον Μαυροκορδάτο και μέλη αυτής πολλοί δυτικοελλαδίτες οπλαρχηγοί, πολιτικοί και προεστοί. (Ελληνικά Χρονικά, φ.104/1824).




Στη Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου (1825-1826) βρίσκεται εντός του κάστρου με δύναμη στη δικαιοδοσία του 150 ανδρών και άλλους τόσους ο Κουσουρής, οι οποίοι, μετά την λιποταξία του αρχηγού της Φρουράς του Μεσολογγίου (Βλαχ.Εκτελ.φ.15), και αρχηγού των, Γεωργίου Τσόγκα, ζήτησαν και αποκόπηκαν από τον Τσόγκα και τέθηκαν υπό την δικαιοδοσία της Διοικούσας τα του Μεσολογγίου Επιτροπής, της οποία μέλος δυστυχώς, υπήρξε και ο Τάτσης Μαγγίνας με την ιδιότητα του Επιθεωρητή των στρατευμάτων, πολιτικός αντίπαλος και θανάσιμος εχθρός των Χασαπαίων και ο άνθρωπος που εμπόδιζε την προαγωγή του Βασίλη Χασάπη ενώ ήταν Σωματάρχης μέσα στο Μεσολόγγι και με 150 υπό την οδηγία του άνδρες (Βλαχ. πολ. φ. 29).

Αναρίθμητα έγγραφα στα ΓΑΚ και δη στο φάκελο Αλληλογραφία Φρουράς Μεσολογγίου, υπάρχουν και με την υπογραφή του Σωματάρχη Βασίλη Χασάπη, δίπλα στα ηχηρά ονόματα και άλλων Σωματαρχών, όπως των: Νικηταρά, Νότη Μπότζαρη, Σπύρου Μήλιου, Νικολάου Στουρνάρη, Γεωργίου Τσόγκα, Κίτσου Τζαβέλα, Δήμου Τσέλιου, Δημήτρη Μακρή, Θαν. Ραζικώτσικα, Γεωργίου Βαλτινού, Ανδρέα Ίσκου, Αποστολάκη Κουσουρή, Καραϊσκάκη, Γαλάνη Μεγαπάνου, Κωνσταντή Βέρρη, Γληγόρη Λιακατά, Μήτσου Κοντογιάννη, Ανδρέα Γριβογιώργου, Γεωργίου Κίτσου, Κ. Βλαχόπουλου, Λάμπρου Φωτομάρα, Λάμπρου Βέικου κλπ. (Αλληλογραφία Φρουράς Μεσολογγίου. φ. 245).

Απ’ τα διαληφθέντα έγγραφα βλέπουμε ότι οι Βασίλης Χασάπης και ο Αποστολάκης Κουσουρής, από τη στιγμή που αποκόπηκαν από το σώμα του Γεωργίου Τσόγκα, άρχισαν αναμεταξύ τους έναν στρατιωτικό ανταγωνισμό, με την επικράτηση, τελικά του Αποστολάκη Κουσουρή, καθότι, ενώ αμφότεροι προήχθησαν στις 8 Μαΐου 1825 στον βαθμό του χιλίαρχου [Πολ.Φάκ.9], ο Αποστολάκης Κουσουρής προάγεται σε αντιστράτηγο στις 12 Ιουλ. 1825 [Πολ. Φάκ. 102] και στον βαθμό του στρατηγού στις 24 Σεπτ. 1825 [Πολ. Φάκ.137], ενώ ο Βασίλης Χασάπης προτάθηκε για αντιστράτηγος στις 14 Οκτωβ. 1825 και βαθμολογήθηκε ως τοιούτος τον Μάρτιο του 1826 [Πολ. Φάκ. 144] και ουδέποτε προτάθηκε για στρατηγός !

Ως και 20 Φεβρουαρίου 1826, από την Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος ονομάζονταν χιλίαρχος [ Εκτελ. Φάκ. 176 (έγγραφο 125)] και αντιστράτηγος επίσημα ονομάστηκε μέσα Μαρτίου του 1826. Σε έγγραφο της 1ης Απριλίου 1826 αναφέρεται πρώτη φορά ως αντιστράτηγος [Εκτελ. Φάκ. 183 έγγραφο 142]. Εξού και η κεντρική διοίκηση αργότερα, εκδίδει νέα εντολή στην οποία αναφέρεται ρητώς, ο στρατηγός Αποστολάκης Κουσουρής να έχει υπό τις οδηγίες του 250 άνδρες και ο χιλίαρχος Βασίλης Χασάπης μόνον 50 άνδρες !!! από τους 150 που είχε μέσα στο Μεσολόγγι. [Εκτελ. Φάκ. 176]. Αναντίρρητα ο αναγνώστης του παρόντος πονήματος θα αναρωτιέται τι συνέβη και, δυο ισάξιοι αξιωματικοί που προήχθησαν την ίδια ημέρα στον βαθμό του χιλίαρχου [8 Μαΐου 1824, Πολ. Φάκ. 9, ΑΕΠ, τ. 10ος/σελ. 306], ο ένας εξ αυτών, ο Αποστολάκης Κουσουρής, έφτασε στον βαθμό του στρατηγού πολύ νωρίς [24 Σεπτ. 1825, Πολ. Φάκ. 137], ο δε άλλος, ο Βασίλης Χασάπης, έγινε αντιστράτηγος με αρκετή καθυστέρηση, ήτοι κατά τον Μάρτιο του 1826 [Πολ. Φάκ.144 και Εκτελ. Φάκ. 183].

Για τον γράφοντα δύο τινά συνετέλεσαν και ο Βασίλης Χασάπης στερήθηκε από νωρίς τον βαθμό του στρατηγού που αναμφιβόλως τον άξιζε, καθότι στην Α΄ πολιορκία του Μεσολογγίου το 1822 βρίσκεται μέσα στο Μεσολόγγι με 150 υπ’ αυτόν άνδρες και, με την έναρξη της επανάστασης του ’21 βρίσκεται επικεφαλής με το σώμα των Χασαπαίων αποτελούμενο από 120 και πλέον άνδρες να πολεμάει στην Πάτρα και στη Γαστούνη, σε ξένο και άγνωστο γι’ αυτούς έδαφος. Και αργότερα πολεμάει στο Βραχώρι, στο Μακρυνόρος, στο Πέτα, στον Αετό Ξηρομέρου, στο Αιτωλικό, στην Κατοχή Οινιαδών, στο Μεσολόγγι κλπ. Με λίγα λόγια δεν υπήρχε μάχη στη Δυτική Ελλάδα που να μη συμμετείχε ο Βασίλης Χασάπης με το εκλεκτό και επίλεκτο στρατιωτικό του σώμα.

Τι να συνέβη άραγε; Πρώτον είχε πέσει στην πολιτική δυσμένεια της κεντρικής διοίκησης, καθώς και του Τάτζη Κ. Μαγγίνα (ήταν εχθροί από τις δολοφονίες των αδελφών και των συγγενών του στο σπίτι του Τάτζη Μαγγίνα) που εκείνη την εποχή 1824 ως και την άλωση του Αιτωλικού 1 Απριλίου 1826, o Mαγγίνας είχε πολιτικά το πάνω χέρι μιας και ήταν το δεξί μάτι του Αλεξ. Μαυροκορδάτου στη Δυτική Ελλάδα. Ο Τάτζης Μαγγίνας ήταν μέλος της τριμελούς επιτροπής (26 Ιουλ.1824) με τους Γεώργιο Πραΐδη και Ιωάννη Τρικούπη, που αντικαθιστούσε τον απόντα Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο αλλά και επιθεωρητής στρατευμάτων της Δυτικής Ελλάδος [Πολ. Φάκ.120, 144 (53)], θέσεις πολιτικοδιοικητικές στα της Δυτικής Ελλάδας θέματα και οι προτάσεις του αναντίρρητα εισα­κούγονταν στο Ναύπλιο από την κε­ντρική διοίκηση. Ως γνωστόν όπως προαναφέραμε στο σπίτι του Τάτζη Μαγγίνα στις 2 Απριλίου 1823 έγινε φοβερό έγκλη­μα, όπου ο Θοδωράκης Γρίβας σκό­τωσε τα αδέλφια του καπετάν Βασίλη Χασάπη, ήτοι τους: Φίλιππο, Κυρίκο, Χρήστο και τα ξαδέλφια του Νικολά­κη, Μικελή και Θανάση.



Ο Βασίλης και ο αδελφός του Δημήτρης (ο και επονομαζόμενος και Κουντούρης) πή­δηξαν από το παράθυρο του σπιτιού και γλύτωσαν. Και έκτοτε σοβούσε μια άσβεστη έχθρα μεταξύ των Χα­σαπαίων και των Μαγγιναίων. Για το ειδεχθές και καταδικαστέο αυτό έγκλημα, ο Διον. Μιτάκης είναι κα­τηγορηματικός ότι μαζί με τον Γρίβα, υπήρχαν ως συνεργάτες στο έγκλημα και οι: Κίτσος Τζαβέλλας, Λ. Βέικος, Γ. Δράκος, Γιαννούσης Πανομάρας [περ. Στερεά Ελλάς, τ. 116/σελ. 41/1979].



Και δεύτερον στις 14 Οκτωβρίου 1825 ο Τάτζης Μαγγίνας, αποστέλλει μια επιστολή προς το Υπουργείο Πο­λέμου, στην οποία κατηγορεί σφό­δρα τον Βασίλη Χασάπη ότι συγγε­νείς του σκότωσαν τον υπηρέτη του, Μήτρο Παναγιώτου και ότι ως χαρα­κτήρες η οικογένεια Χασάπη, κατά τον ΤάτζηΜαγγίνα, είναι ανυπόλη­πτοι στην περιοχή. Δεν χρειάζονταν δα και περισσό­τερα.. Ιδού και η επιστολή του Τάτζη Μαγγίνα προς το υπουργείο Πολέμου με ημερομηνία 14 Οκτωβρίου 1825. {πολ. φ. 144}.


«Προς το έξοχον Υπουργείον του Πολέμου


Αναφέρομαι δια της παρούσης ταπεινής μου ότι έναν από τους σημαντικοτέρους ανθρώπους μου, ονομαζόμενον, Μήτσον Παναγιώτου, Δραγαμεστινόν, τον οποίον είχον μαζί μου εις την παρούσαν πολιορκίαν του Μεσολογγίου εκτελών τα προς την πατρίδα χρέη του, επληγώθη από τους εχθρούς, τον οποίον αφού ανέλαβε τον έστειλα να οικονομήσει την πτωχήν φαμελίαν του τον απερασμένον Αύγουστον δια ολίγας ημέρας και πάλιν να επιστρέψη. Πηγαινόμενος λοιπόν εις Δραγαμέστον τον έπιασαν ο Δημήτρης Χασάπης αδελφός του χιλίαρχου Βασίλη Χασάπη ομού με τον ανεψιόν του Κωστούλα και τον εφόνευσαν χωρίς καμίαν αιτίαν. Αυτοί οι άνθρωποι δεν εφέρθησαν ποτέ καλά, αι περιστάσεις κρατούσιν εις σιωπήν τα άδικα και άτοπα φερσίματά των. Εις τον τρόπον όμως που κατέστησαν τώρα δεν έχομεν εις ασφάλειαν την ιδίαν μας την ζωήν. Όθεν αναφέρομαι προς το έξοχον Υπουργείον τούτο δια να γίνη εις αυτούς η ανήκουσα εκδίκησις (τιμωρία). Οι ρηθέντες δύο φονείς είναι τώρα εις τον στρατηγόν Καραϊσκάκην όστις υποσχέθη άμα φθάση η Διαταγή της Σεβαστής Διοίκησης να κάμη εις αυτούς εκείνο οπού διαταχθεί.

Μένω με Σέβας Μεσολόγγι τη 14 Οκτωβρίου 1825
o ευπειθής πατριώτης, Τάτζης Κ. Μαγγίνας»


Η επιστολή του Τάτζη Μαγγίνα που διαβάλλει τους Χασαπαίους ως ανυπόληπτους {πολ.φ.144}


Στο Μεσολόγγι ο Βασίλης Χασάπης υπερασπίζονταν με τους υπ΄ αυτόν στρατιώτες του τον προμαχώνα «Τερίμπελλε» και αργότερα τον προμαχώνα «Μονταλαμπέρ».


Ονομάστηκε αντιστράτηγος μέσα Μαρτίου 1826 {ΓΑΚ. πολ.φ.144 }.


Ο Βασίλης Χασάπης, προσφωνούμενος ως αντιστράτηγος, σε επίσημο έγγραφο της διευθύνουσας τα της Δυτικής Χέρσου Ελ­λάδος επιτροπής στο Μεσολόγγι, με ημερο­μηνία 1η Απριλίου 1826, υπογεγραμμένο από τον πρόεδρο και τον γραμματέα αυτής, Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο και Φίλιππο Πλυτά [Εκτελ. Διοικ. Eπιτρ. Φάκ. 183].



Κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826) μαζί με τους διασωθέντες επίσης Σωματάρχες, Γεώργιο Βάγια, Γεώργιο Βαλτινό, Διαμαντή Ζέρβα, Γεώργιο Κίτσο, Μήτσο Κοντογιάννη, Δημήτρη Μακρή, Νότη Μπότσαρη, Γεώργιο και Κίτσο Τζαβέλλα, Χριστόδουλο Χατζηπέτρου κλπ φθάνει στο Ναύπλιο.

Από τη Δερβέκιστα Τριχωνίδας και πριν φθάσουν στο Ναύπλιο, οι διασωθέντες Σωματάρχες, γράφουν στις 12 Απριλίου 1826 προς τη Διοίκηση τα ακόλουθα, εξιστορώντας στην επιστολή τους με κάθε λεπτομέρεια τα γεγονότα της ηρωικής Εξόδου του Μεσολογγίου.



Ο Βασίλης Χασάπης, προσφωνούμενος ως αντιστράτηγος, σε επίσημο έγγραφο της διευθύνουσας τα της Δυτικής Χέρσου Ελ­λάδος επιτροπής στο Μεσολόγγι, με ημερο­μηνία 1η Απριλίου 1826, υπογεγραμμένο από τον πρόεδρο και τον γραμματέα αυτής, Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο και Φίλιππο Πλυτά [Εκτελ. Διοικ. επιτρ. Φάκ. 183].

«Σεβαστή Διοίκησις

Με την ελπίδα να μας καταφθάνουν τα καράβια και να μας μπάσουν ζαΐρέν εφθάσαμεν εις αθλιωτάτην κατάστασιν. Εφάγαμεν όλα τα άλογα, μουλάρια, σκύλους και γάτες, τα οποία ετελείωσαν και αυτά. Τα καράβια τα ελληνικά μίαν φοράν εφάνησαν εις τον λιμένα μας και επειδή ήσαν ολίγα, όχι δεν έβλαψαν τον εχθρόν, αλλά και εδιώχθησαν και επεριμέναμεν οκτώ ημέρας τρώγοντας θαλάσσια χόρτα και πλέον δεν τα ματαείδαμεν. Έφθασε να πεθαίνουν από 100 και 150 την ημέραν, ώστε οπού έμεναν καί ανάθαφτοι, διότι οι άλλοι δεν είχον την δύναμιν να τους θάφτουν. Δια να μη χαθή όμως με την ολότητα το στρατιωτικό, απεφασίσαμεν να εβγούμεν με Έξοδον με τα σπαθιά εις τας χείρας, να εβγάλωμεν και όλον το αδύνατον μέρος και όποιος γλυτώσει πράγμα οπού δεν έγινε ποτέ εις τον κόσμον!

Λοιπόν εις τας 10 του παρόντος το βράδυ εις τας τρεις ώρας της νυκτός εκάμαμε την Έξοδον μέσω τα γεφύρια και επέσαμεν εις τα εχθρικά περιχαρακώματα. Ο εχθρός είχε την είδησιν και τα είχε καλά ενδυναμωμένα. Είχε βάλει την καβαλαρίαν (λίνια;) ομοίως και την φανταρίαν. Εμείς εζαπώσαμεν τα περιχαρακώματα, εσχίσαμε ταις κολώνες εις την μέσην και απεράσαμεν. Εμπλέχθημεν όμως εις τον κάμπον και πολεμούντες ετραβούμεν εις το βουνόν. Εβάσταξεν ο πόλεμος έξ ώρας! Εβγήκαμεν εις την ράχην, όπου εύρομεν το Ιμεντάτι και μας έδωκαν το χέρι. Όλες αι φαμελιές και οι αδύνατοι εχάθησαν. Από τους δυνατούς πολλά ολίγοι. Όσους έπιασε το βόλι και το μισδράλι. Οι λαβωμένοι και οι άρρωστοι, οπού είχαμε μέσα, άλλοι μεν εβγήκαν εις τον τζεπχαντέν και βάζοντες φωτιά, εκάηκαν με πολλούς εχθρούς, άλλοι δε εκλείσθησαν εις τα σπίτια και επολέμησαν έως εσώθησαν χωρίς κανείς να παραδώση τον εαυτόν του εις τους εχθρούς.

Σεβαστή Διοίκησις , αυτά όλα ηκολούθησαν, οπού δεν εισακούοντο τα γραφόμενά μας, οπού πολλάκις σας εγράψαμε την κατάστασίν μας και την έλλειψιν τροφών, δια τα οποία είχαμε στείλει επίτηδες και πληρεξουσίους *και καμμίαν απόκρισιν δεν ελάβαμεν!



--------------------------------------------------

Πληρεξούσιοι: Ήταν οι στρατηγοί Ανδρέας Ίσκος, Λάμπρος Βέΐκος,Νικόλαος Ζέρ­βας, Αποστολάκης Κουσουρής, Σπύρο Μήλιος και Χρήστος Κουτσονίκας, οι οποίοι με εντολή της διευθύνουσας επιτροπής Μεσολογγίου και της Φρουράς, αναχώρησαν αρχές του 1826 για το Ναύπλιο, για να εκθέσουν την κατάσταση που επικρατούσε στο Μεσολόγγι και «δια να παραστήσωσιν εις την Διοίκησιν την κατάστασιν του φρουρίου και τας μεγάλας ανάγκας και ελλείψεις της Φρουράς» (Αρτεμ. Ν. Μίχου. Απομνημ. Β΄ πολιορκίας Μεσολογγίου, σελ.42), αλλά και να ζητήσουν τα απαραίτητα χρήματα για να πληρωθούν οι στρατιώτες που ήταν μέσα στο Μεσολόγγι και ήταν απλήρωτοι από τον Σεπτέμβριο του 1825 και τα οφειλόμενα συνολικά έφταναν στα 400.000 γρόσια.

Τώρα μόνον ελάβαμεν γράμμα από τους στρατηγούς Λ. Βέΐκον και Ν. Ζέρβαν, πλην μήτε τας τροφάς μήτε τα εκείνα ολίγα γρόσια, οπού τους εδώσατε, ημπόρεσαν να μας εμβάσουν. Τα γρόσια όμως ταύτα να στέκουν εις τα χέρια των πληρεξουσίων μας, δια να τα λάβωμεν ογλήγορα και να παρηγορήσωμεν την δυστυχίαν των στρατιωτών μας, να μας οικονομηθούν δε και τα λοιπά.

Δεν λυπούμεθα τόσον δια τον χαμόν του Μεσολογγίου, δια το οποίον εχύσαμεν τόσα αίματα, αλλά μας θλίβει πολύ περισσότερον ο χαμός του οπού έγινεν εις ένα καιρόν όπου είχαμεν καταντήσει τον εχθρόν εις τόσην αδυναμίαν, ώστε ήτο διόλου απελπισμένος, διότι τρείς φοραίς όπου εκάμαμεν έφοδον από το Κάστρον, του εκόψαμε μέσα εις ταις ντάμπιαις περίπου από δυο χιλιάδας. Την 25 Μαρτίου o εχθρός έκαμε γενικήν έφοδον εις την Κλείσοβαν δια θαλάσσης και ξηράς με οκτώ χιλιάδας. Οι Έλληνες δεν ήτον περισσότερον από εκατόν στρατιώτας. Αυτή τη ώρα έφθασε και ο στρατηγός Κίτζος Τζαβέλλας και ο Κίτζος Πάσχος ο οποίος εφονεύθη εις την μάχην ταύτην.

Ο πόλεμος ήρχισε πολλά πρωί και ετελείωσε το εσπέρας. Εσκοτώθησαν από τους εχθρούς περίπου τρεις χιλιάδες μαζί με τους λαβωμένους, εσκοτώθη και ο γαμβρός του Ιμπραήμ ο Σουλεΐμάν μπέης και ο ανεψιός του και ο γυναικάδελφός του Κιουταχή, επληγώθη δε και αυτός ο ίδιος.

Η πείνα όμως το επαρέδωσεν. Αλλά μη φοβείσθε, εκείνοι όπου εβαστούσαν το Μεσολόγγιον οι περισσότεροι εγλύτωσαν με το σπαθί εις το χέρι. Διό παρακαλούμεν να μας καταφθάσουν αι αναγκαίαι διαταγαί τι έχομεν να κάμωμεν και κάθε καλή κυβέρνησις από τροφάς, πολεμοφόδια κλπ. Εμείς με το να είμεθα αδύνατοι από την πείναν και τον κόπον και με το να μη ευρίσκεται εις ταύτα τα μέρη τίποτε, απερνούμεν εις τα Σάλωνα, όπου και προσμένομεν τας ανωτέρω διαταγάς. Όσοι από τους εγκατοίκους διεσώθησαν, θέλουν τραβήξει δια Αθήνας ή όπου αλλού εύρουν τα αναγκαία.

Μένομεν με το προσήκον Σέβας. Δερβέκιστα 12 Απριλίου 1826

Oι πατριώται : Μήτσος Κοντογιάννης, Δημήτρης Μακρής, Γεώργιος Βαλτινός,Βασίλης Χασάπης, Νότης Μπότζαρης, Κίτζος Τζαβέλας, Γεώργιος Κίτσος, Χρήστος Φωτομάρας, Γιωργάκης Βάγιας».

Σκελεθρωμένοι, γυμνοί, νηστικοί, λαβωμένοι, άρρωστοι και με τετριμμένα ρούχα έφθασαν στο Ναύπλιο, όσοι αξιωματικοί και στρατιώτες επέζησαν της αιματηρής εκείνης ηρωικής Εξόδου του Μεσολογγίου. Στο Ναύπλιο ζητούσαν μισθολογική αποκατάσταση καθότι είχαν να πληρωθούν από τον Νοέμβριο του 1825 και αποκατάσταση των αδικιών στις βαθμολογικές εξελίξεις τους. Στο Ναύπλιο υπογράφει μαζί και με άλλους αξιόλογους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς την ιδρυτική Διακήρυξη της «Αδελφότητας των Ρουμελιωτών».

Στις 24 Μαΐου 1826 στο Ναύπλιο καταθέτει όλα τα δικαιολογητικά από τη Διευθύνουσα Επιτροπή του Μεσολογγίου, η οποία πιστοποιεί ότι ο Βασίλης Χασάπης είχε τον Αύγουστο του 1825 150 στρατιώτες συν 70 στρατιώτες που έφυγαν από τον Κουσουρή και πήγαν στον Βας. Χασάπη, ίσον 220 στρατιώτες. Ετσι ο Βασίλης Χασάπης επιθεωρείται στο Ναύπλιο και βρέθηκε με 220 άνδρες και παράλληλα ονομάστηκες και στρατηγός !!! {Διοικητ. Επιτροπή. φ 183 }.

Αμέσως η Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος, αποφαίνεται ομοφώνως ότι εξαπατήθηκε ο Βασίλης Χασάπης από τον Αποστολάκη Κουσουρή που είχε φθάσεις ως Πληρεξούσιος στο Ναύπλιο από τον Ιανουάριο του 1826 και επιθεωρήθηκε για 250 άνδρες και ο Χασάπης για 50 !!!, ότι αδικήθηκε σφόδρα ο Χασάπης και έγινε πάραυτα, εκπεσμός χρημάτων στον Αποστολάκη Κουσουρή (21.122 γρόσια/Διοικ. Επιτρ. φ. 183,185).

Επιθεωρήθηκε ο Κουσουρής για 120 άνδρες αντί των 250 και ο Χασάπης για 220 αντί των 50 (Εκτελ. φ. 176) και του χορηγείται παράλληλα του Βασίλη Χασάπη και ο βαθμός του στρατηγού (Διοικ. Επιτρ. φ.185), που αδίκως τόσα χρόνια του τον καθυστερούσε με τα πολιτικά του τερτίπια ο Τάτζης Μαγγίνας και η τότε καθεστηκυία τάξη. Την ίδια εποχή ονομάζονται στρατηγοί και δυο άλλοι αξιόλογοι Αιτωλ/νες που βρίσκονταν κλεισμένοι στο Μεσολόγγι, ο Γιαννάκης Στράτος από την Ξερακιά Βάλτου και ο Κωνσταντής Βέρρης από τη Μερδενίκου (Παναγούλα- Μύτικας) Ξηρομέρου.



Ο φρόνιμος και απροσκύνητος στρατηγός, πλέον, Βασίλης Χασάπης, φεύγει από το Ναύπλιο τέλος Σεπτεμβρίου 1826 και ήλθε προς υπεράσπιση μαζί με τον Γιαννάκη Ράγκο και τον Θοδωρή Μαγγίνα κλπ δυτικοελλαδίτες μικροπλαρχηγούς .

Και όταν ο Δημήτρης Μακρής, ως απεσταλμένος του Καραϊσκάκη, μετά την μάχη της Αράχωβας (24 Νοεμ. 1826), ήρθε προς υπεράσπιση της Δυτικής Ελλάδος, κάλεσε στις 13 Ιανουαρίου 1827 στο νέο εθνικό εγερτήριο τον Βασίλη Χασάπη. Τότε, οι: Ράγκος, Χασάπης και Μαγγίνας ειδοποίησαν τον Μακρή ότι θα έπιαναν το Λεσίνι.


«Γεναιότατε αδελφέ μας στρατηγέ

Ημείς απόψε πηγαίνομεν να πιάσωμεν το Λεσίνι. Το στρατόπεδόν μας ολοένα ενδυναμώνει, οι εχθροί πανταχόθεν από ετούτα τα μέρη αδύνατοι. Είμεθα όμως ζαμπουνεμένοι από τζιπχανέν, ότι η γολέτα οπού έφερε τα πο- λεμοφόδια, δεν ελάβομεν και έχει κάμει σκάτζο από κοντά και δεν ηξεύρομεν πότε θα την εύρωσιν δια να μας προφθάση. Δια τούτο ανάγκη πάσα να έχετε μαζί σας τζιπχανέν. Όταν κάμετε το κίνημα δια να απεράσετε η Γενναιότης σας εδώθε, να στείλετε άνθρωπόν σας εμπροστά δυο ημέρας δια να μας ιδεάση ποίαν ημέραν κατεβαίνουν εις Νιοχώρι τα στρατεύματα δια να κατέβωμεν και ημείς εις την Κατοχήν δια να πιάσωμεν το χωρίον να ριχθή το ασκέρι εδώθεν. Ζαερέδες (τρόφιμα) εδώ έχομεν πλήθος αλεύρι, καλαμπόκι, παξιμάδι, εκτός από τζιπχανέν (πολεμοφόδια) κατά το παρόν στερούμεθα. Καμμίαν άλλην δύναμιν οι Τούρκοι δεν έχουν, ειμή οι Τουρκολάτραι τους κρατούν με τα οδόντια. Σας λέγει και ο Κούσουλας στοματικώς. Και θεόθεν καλές αντάμωσες οι αδελφοί σας



τη 16 Ιανουαρίου 1827 Βαλτί.

Γιαννάκης Ράγκος, Βασίλειος Χασάπης, Θοδωρής Μαγγίνας»

μας αναφέρει από το αρχείο του Μακρή [ΕΒΕ, αριθμ. 9538] και ο Κ.Σ. Κώνστας [Η ΚΑΤΟΧΗ, Από το Χρονικόν ενός Ακαρνανικού χωριού, σελ. 30, έκδοση 1971].

Τώρα είτε ο ηγούμενος της Παναγίας της Λεσινιώτισσας Ιωαννίκιος τους άλλαξε τη γνώμη, είτε από μόνοι τους άλλαξαν σχέδιο, μας αναφέρει ο Διονύσης Μιτάκης [περιοδικό Στερεά Ελλάς, τ. 116/1979 και Νίκος Γ. Χασάπης ανέκδοτο χειρόγραφο για τους Χασαπαίους, 1994] οι: Ιωάννης Ράγκος, Θεόδωρος Μαγγίνας και Βασίλης Χασάπης τράβηξαν για το Δραγαμέστο.



Εκεί ο Βασίλης Χασάπης έπεσε μαχόμενος σε μάχη κατά του Γεωργίου Βαρνακιώτη,χρόνια αντίπαλοι, που βρίσκονταν στο Δραγαμέστο, όπως τούτο το μαθαίνουμε από γράμμα του Γιαννάκη Ράγκου και του Λιβέριου προς τον Γεώργιο Πραΐδη, δίχως όμως να αναφέρεται η επακριβής ημερομηνία. Πάντως σκοτώθηκε μέσα στον Ιανουάριο του 1827 και προς το τέλος του μηνός.

«Εις την παρελθούσαν Διοικητικήν Επιτροπήν έγραφα δια να μας σταλθή το δίπλωμα της στρατηγίας και των μισθών προς τον Δημήτρην Χασάπην, ο αδελφός του οποίου, ο αείμνηστος στρατηγός Βασίλης Χασάπης, εθυσιάσθη δια την Πατρίδα πολεμών όταν είμεθα εις Δραγαμέστον ακόμη και τώρα το σώμα αυτό ευρίσκεται μαζί μου ολοέν αγωνιζόμενο…» [ΓΑΚ: Αρχ. Μαυροκ. Φάκ. 13 αριθ. 3736].

Βλέπουμε λοιπόν ότι δύο πληροφοριοδότες (Ράγκος και Λιβέριος) μέσα από ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι ο Βασίλης Χασάπης σκοτώθηκε σε γενό- μενη μάχη, μέσα στο χωριό του το Δραγαμέστο Ξηρομέρου.

Γιοι του υπήρξαν και οι Κώστας και Γρηγόρης, οι οποίοι και ασχολήθηκαν περί τα 1850 με το εμπόριο στον Αστακό.



Αυτή ήταν με λίγα λόγια η εύδοξος κι «άδοξος» πορεία του στρατηγού Βασίλη Χασάπη που υπήρξε ο πρώτος εκ των οπλαρχηγών του Ξηρομέρου που πολέμησε με την έναρξη της επανάστασης (25 Μαρτίου 1821) στην Πάτρα, όταν οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί, ως γνωστόν, στο Ξηρόμερο, την επανάσταση την ξεκίνησαν στις 25 Μαΐου 1821 με αρχηγό τους τον στρατηγό Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη και στα στερνά του λίγο πριν τον θάνατό του ονομάστηκε και στρατηγός, ενώ το άξιζε νωρίτερα καθότι ήταν σωματάρχης από το 1825, που μπήκε με 150 άνδρες υπ’ αυτόν μέσα στο Μεσολόγγι.

Στον δε τιμητικό κατάλογο των 143 ηρωικώς πεσόντων και αποθανόντων ανώτερων αξιωματικών μέχρι το έτος 1833, συμπεριλαμβάνεται το όνομά του στην υπ. αριθ. 99 σειρά με την χαρακτηριστική καταγραφή «Βασίλειος Χασάπης, Ξηρόμερον» {Προικ. φ. 107α }.

Αυτή ήταν εν ολίγοις και περιληπτικά η προσφορά των εξ Αστακού Ξηρομέρου καταγόμενων, ΧΑΣΑΠΑΙΩΝ, που καταφρόνησαν δόξα, πλούτη και όλα και όλα τα έδωσαν στον βωμό της πατρίδας προσφέροντας συνολικά στον αγώνα του ΄21 επτά θύματα !!! Έχασαν δε κατά τη διάρκεια του αγώνα κινητή και σημαντικότατη ακίνητη περιουσία, αλλά άφησαν συγχρόνως & θύματα στον αγώνα της Παλιγγενεσίας.



Στον ξεσηκωμό του Γένους η παρουσία τους ήταν καταλυτική και στήριξαν τον αγώνα. Με την αρωγή τους τον στήριξαν όχι μόνο ενεργά αλλά και στην πράξη και συμμετείχαν σε αρκετές μάχες που διεξήχθησαν στα 1821-1827 στο πλευρό του Καραϊσκάκη, αλλά και του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη όταν αυτός είχε επισκεφθεί το 1823 το Δραγαμέστο (Αστακός) Ξηρομέρου.



Σε αυτή την αρχοντική οικογένεια της εθνικής προσφοράς, στην οικογένεια των Χασαπαίων από τον Αστακό Ξηρομέρου Ακαρνανίας, που η υπέρ του Γένους προσφορά τους εγκαινιάζεται από χρόνους μακρινούς, αρκε τά οφείλει ο τόπος μας.

Αναντίρρητα λοιπόν η οικογένεια Χ α σ ά π η ς εντάχθηκε στις ιστορικές οικογένειες του Έθνους και τα μέλη της δεν δίστασαν να προσφέρουν πάντοτε εξαιρετικές υπηρεσίες, ώστε να αποτελούν το σέμνωμα της περιοχής όχι μόνο του Αστακού, αλλά και ολόκληρης της Επαρχίας Βονίτσης και Ξηρομέρου, από την οποία και κατάγονται και τα συμφέροντα της οποίας πολλές φορές και με διάφορους τρόπους με θέρμη και μέγιστο πατριωτισμό υπηρέτησαν.



Σχόλια