Μεγάλη Τρίτη: Σήμερα ψάλλεται το τροπάριο της Κασσιανής

 Το απόγευμα της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται στους ορθόδοξους ναούς το τροπάριο της Κασσιανής, έργο της Εκκλησιαστικής υμνογράφου και μοναχής, Κασσιανής, η οποία απαντάται και ως Εικασία, Ικασία, Κασσία και Κασιανή.

Πρόκειται για μια ποιητική απόδοση του περιστατικού που περιγράφεται στα Ευαγγέλια και έχει να κάνει με την αμαρτωλή γυναίκα που έδειξε τη μετάνοιά της πλένοντας τα πόδια του Χριστού με πολύτιμο μύρο και σκουπίζοντας τα με τα μαλλιά της.

Η πράξη της γυναίκας αυτής έχει ιδιαίτερη σημασία για δύο κυρίως λόγους: αφενός επειδή προετοίμασε το Χριστό για την ταφή, καθώς οι Ιουδαίοι συνήθιζαν να αλείφουν τα σώματα των νεκρών τους με ένα μείγμα ρητίνης και αρωμάτων, και αφετέρου επειδή κατέδειξε, διά της εντάσεως της σκηνής, το μέγεθος της μετανοίας της.

Η ιδιαιτερότητα της εν λόγω πράξης οδήγησε σε συνειρμούς άσχετους με την πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να πλεχτούν διάφοροι μύθοι σχετικά με την ταυτότητα της γυναίκας και τη σχέση της με το Χριστό.

Από τη Δυτική Χριστιανοσύνη ξεκίνησε η ταύτισή της με την Αγία Μαρία τη Μαγδαληνή, αν και δεν υπάρχει καμία σχετική μαρτυρία, ούτε στα Ευαγγέλια ούτε στην κατοπινή παράδοση.

Η ταύτιση αυτή οφείλεται σε σύγχυση δύο διαφορετικών προσώπων που αναφέρονται σε δύο διαφορετικές ευαγγελικές περικοπές στο Ευαγγέλιο του Λουκά.

Στο 7ο κεφάλαιο αναφέρεται το περιστατικό με την αμαρτωλή γυναίκα, η οποία έπλυνε τα πόδια του Χριστού με μύρο, δάκρυα και τα σκούπισε με τα μαλλιά της.

Στο επόμενο κεφάλαιο, το 8ο, γίνεται αναφορά στις γυναίκες που ακολουθούσαν το Χριστό κατά τις περιπλανήσεις του στη γη του Ισραήλ.

Ανάμεσά τους μνημονεύεται και η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή, η οποία, κατά το παρελθόν, είχε θεραπευτεί από το Χριστό, καθώς ήταν δαιμονισμένη.

Αμέσως μετά την Έγερση του Λαζάρου οι οικείοι του παρέθεσαν ευχαριστήριο γεύμα στο Χριστό και τους Αποστόλους.

Κατά τη διάρκειά του, ενώ η Μάρθα προσπαθούσε να φροντίσει το πλήθος των συνδαιτυμόνων, η Μαρία έκανε αυτό που κανονικά θα έκαναν οι δούλοι της οικογένειας: έπλυνε τα πόδια του καλεσμένου τους.

Εκφράζοντας την υπερβάλλουσα ευγνωμοσύνη της, αντί για νερό έχυσε μύρο και αντί για πετσέτα χρησιμοποίησε τα μαλλιά της.

Το περιστατικό αυτό, που περιγράφεται από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη (12:1-8), δεν είναι το ίδιο με αυτό στο οποίο πρωταγωνίστησε η αμαρτωλή γυναίκα και στο οποίο αναφέρεται η υμνογραφία του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης.

Η αδελφή του Λαζάρου εξέφραζε την ευγνωμοσύνη της, ενώ η αμαρτωλή τη μετάνοιά της.

Η Αγία Κασσιανή ήταν μια πολύ μορφωμένη βυζαντινή αρχοντοπούλα, η οποία κάποια στιγμή έγινε μοναχή και μεταξύ άλλων ασχολήθηκε με τη συγγραφή ύμνων.

Η Κασσιανή ήταν βυζαντινή ποιήτρια που έζησε τον 9ο αιώνα μ.Χ.. Επειδή δεν την επέλεξε ως σύζυγό του ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, έγινε μοναχή και αφιερώθηκε στη λατρεία του Θεού και την ποίηση.
 
Σύμφωνα με τους βυζαντινούς χρονικογράφους, η Κασιανή υπήρξε πρωταγωνίστρια σε ένα περιστατικό με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, ο οποίος «θαμπώθηκε» από την ομορφιά της. Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, η Ευφροσύνη, η μητέρα του αυτοκράτορα, προσκάλεσε το 820 μ.Χ. στην Αυλή τις ωραιότερες και επιφανέστερες κόρες της αυτοκρατορίας. Δώδεκα «κάλλιστοι παρθέναι» ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση και πήγαν στο Παλάτι. 
 
Η Ευφροσύνη, αφού τις δεξιώθηκε, διαμήνυσε στο Θεόφιλο να προσέλθει και να δώσει το χρυσό μήλο σ’ εκείνη που θα επέλεγε για σύζυγό του.
 
Ο Θεόφιλος θαμπώθηκε από την ομορφιά της Κασσιανής και, θέλοντας να δοκιμάσει την ευφυΐα της, τη ρώτησε «ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» (δηλαδή «από τη γυναίκα ξεκινούν τα κακά πράγματα», υπονοώντας την Εύα), για να του απαντήσει εκείνη «αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττω» (δηλαδή «και από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα, τα ευγενέστερα», υπονοώντας την Παναγία). 
 
Ο αυτοκράτορας δεν γοητεύτηκε από την έξυπνη απάντηση, αλλά θεώρησε ότι περιείχε προπέτεια και επιπολαιότητα, οπότε έδωσε το μήλο στην Θεοδώρα.
 
Η Κασσιανή απογοητεύθηκε με την αποτυχία της και πήρε την απόφαση να αποτραβηχτεί από τον κόσμο και να αφιερωθεί στον μοναχισμό και την ποίηση. 
 
Το περίφημο τροπάριό της είναι εμπνευσμένο από τα λόγια των Ευαγγελιστών για την ανώνυμη μοιχαλίδα που ο Χριστός έσωσε από λιθοβολισμό του έξαλλου πλήθους των Φαρισαίων, λέγοντας το «ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω». 
 
Όπως αναφέρουν οι ευαγγελικές περικοπές, η εν λόγω γυναίκα έσπευσε αργότερα στο σπίτι του Σίμωνα του Φαρισαίου του λεπρού, όπου βρισκόταν ο Ιησούς, από τον οποίο, με δάκρυα στα μάτια, ζήτησε συγχώρεση, ενώ έπλυνε τα πόδια του και τα σκούπισε με τα μαλλιά της…

Σε αυτό τροπάριό περιγράφεται το περιστατικό των Ευαγγελίων και γίνεται μια σημαντική θεολογική εμβάθυνση για το πρόβλημα της αμαρτίας και τη σημασία της μετάνοιας.

Μάλιστα, η αμαρτία συνδέεται ευθέως όχι με ηθικού τύπου αιτίες, αλλά με το γεγονός της Πτώσης και της διακοπής της κοινωνίας με το Θεό.

Συνεπώς, ούτε η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή ούτε η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου ούτε η ποιήτρια Αγία Κασσιανή είναι «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή».

Το όνομα αυτής της γυναίκας είναι άγνωστο σε εμάς, καθώς τα Ευαγγέλια διαιωνίζουν και τιμούν την πράξη και τη μετάνοιά της, αλλά δε διασώζουν το όνομά της.

Η ανώνυμη για εμάς γυναίκα αποτελεί ισχυρότατο παράδειγμα αλλαγής τρόπου σκέψεως και ζωής για όλους μας.

Ίσως, μάλιστα, η μετάνοιά της να είναι το κριτήριο για τη δική μας μετάνοια, όταν βρεθούμε μπροστά στο θρόνο του Θεού κατά την ώρα της κρίσεως.

ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος ερως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σήν δούλην παρίδης,
Ο αμέτρητον έχων το έλεος.
...............................................................
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου•
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος

Σχόλια