Με μια ανθρώπινη ,γεμάτη συναίσθημα ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook ,ο Κος Παναγιώτης Στάικος εύχεται σε όλο τον κόσμο για καλό μήνα και καλό χειμώνα .
Μια ανάρτηση χρωματισμένη με όμορφες αλλά και δύσκολες προσωπικές του στιγμές από την εποχή που ήταν μικρό παιδί . Μοιράζετε μαζί μας ανθρώπινα γεγονότα και ενθυμήσεις με τον δικό του ,ιδιαίτερο και ζεστό αφηγηματικό λόγο που τον διακρίνει .
Αυτός είναι ο Παναγιώτης Στάικος ,ένας δικός μας θαυμάσιος άνθρωπος, ένα κομμάτι και των δικών μας βιωμάτων ,ένας οραματιστής και αγωνιστής της ζωής, που μπορείς να στηρίξεις πάνω του τις ελπίδες σου για καλύτερες μέρες στα πολιτικά δρώμενα και να νιώθεις σίγουρος και ήσυχος αν βρίσκεται δίπλα σου ως επιστήμων ιατρός .
Καλό μήνα και καλό χειμώνα και σε εσάς γιατρέ μου .
Βαγγέλης Κοντογιάννης
Η ανάρτηση του Κυρίου Στάικου :
Καλό μήνα και καλό Χειμώνα φίλοι μου.!!!
ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ - Βικυ Μοσχολιου (ΞΑΡΧΑΚΟΣ-ΓΚΑΤΣΟΣ) .!!! Μεγάλωσα τα παιδικά μου χρόνια στον απόλυτο πρωτογονισμό με την λάμπα του πετρελαίου να μαθαίνω τα πρώτα μου γράμματα μέχρι 13,5 ετών ,που βρεθήκαμε οικογενειακώς πριν από τα Χριστούγεννα του 1966 στην πανέμορφη τότε Αθήνα ,όπου δεν άργησα να προσαρμοστώ πλήρως με τα άλλα παιδιά της Αθήνας και εκτός από καλός μαθητής ,θα έπρεπε να γίνω και πρώτος στα ποδοσφαιράκια ,όπου η τριάδα μου με μισό φαλτσαριστό μπαλάκι δεν μπορούσε να πιαστεί από τους καλύτερους αμυντικούς, αφού περνούσε το μπαλάκι μέσα από τους αμυντικούς, κάνοντας έναν εκκωφαντικό χτύπο στο τέρμα ,με την χαρακτηριστική φράση << μαγκιάς >> της εποχής εκείνης προς τον αμυντικό : ρούφα το και ήταν η απόλαυση του θριάμβου και για το τρόπαιο βέβαια που ήταν το κέρασμα του φραπέ ,αλλά γυρνώντας στον απόλυτο πρωτογονισμό ,εκτός των όσων ανέφερα ,έπρεπε για να επιβιώσουμε και να μην μας λείπει τίποτα από το σπίτι της ψυχάρας της μάνας μου από την γαλατόπιτα( γαλόπιτα την έλεγαν εκεί ,που ήταν η σημερινή γαλατόπιτα αλλά χωρίς φύλλο κάθε εβδομάδα), την οποια φτιάχνω και εγώ μέχρι σήμερα για τις λατρεμένες μου εγγονούλες , μέχρι το μοναδικό παντεσπάνι στον ξυλόφουρνο και εκείνο το άρωμα του καπνιστού από την καύση των ξύλων ανάμεικτο με το άρωμα της κανέλας και του λίγου αγνού μελιού στο σιρόπι ,το οποίο έφτανε μέχρι τον πάτο του ταψιού ,αφού θυμάμαι πως το τρυπούσε για τον σκοπό αυτό με μια οδοντογλυφίδα και παραμένει για μένα μέχρι και σήμερα αξέχαστη και ανυπέρβλητη γεύση ,με το γάλα από τις κατσίκες είτε για να πίνουμε καθημερινά ή για να φτιάχνει τις μοναδικές σε νοστιμιά χυλοπίτες και τα χυλοπιτωτά μακαρόνια που τα κοκόρια που έκτρεφε έφτιαχνε τις πεντανόστιμες μακαρονάδες με τις ντομάτες από τα μποστάνια μας , στην καλλιέργεια των οποίων συμμετείχα παράλληλα με τα γράμματα , που όμως έπρεπε και εγώ από 6 χρόνων να πάω να δέσω τις κατσίκες στα πλούσια λιβάδια και το βράδυ να τις φέρω στο σπίτι, για να τις αρμέξει η μάνα μου και να πάρουμε το πολύτιμο τους γάλα ,για όσα ανέφερα .!!Έτσι όμως έθετα σε κίνδυνο την ζωή μου από τις ύπουλες - δειλές και επικίνδυνες οχιές ,τις οποίες δεν φοβόμουν από 6 ετών ,αλλά ο αδερφός της μάνας μου με έμαθε, πως να τις σκοτώνω με ασφάλεια .!!!Έτσι όταν τις έβλεπα, δεν το έβαζα στα πόδια τρέχοντας σαν δειλός ,αλλά αφού τις χτυπούσα πρώτα στην μέση ,για να μην μου φύγουν ,είτε πάνε και τσιμπήσουν τις κατσίκες , μετά όπως ήταν κοψομεσιασμένες κουνούσαν απειλητικά το κεφάλι τους ,το οποίο τους το πατούσα με τις γαλότσες μου και τους το συνέθλιβα ,όπως λέει και ο μεγάλος μας ποιητής και συμμαθητής του πατέρα μου στην ορεινή Αρκαδία Νίκος Γκάτσος , στο Τραγούδι του Ιδιοφυούς Σταύρου Ξαρχάκου και της Μοναδικής και αξέχαστης Βίκυς Μοσχολιού γειτόνισσας μου στην Αγία Βάρβαρα :ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ που με συγκλονιστικό τρόπο ερμήνευσε και όχι απλά τραγούδησε η Μοσχολιού.!!!!Έτσι το έχει η μοίρα μου ,να βρίσκομαι και τώρα στα 69 μου χρόνια, με αρκετά προβλήματα σωματικής υγείας με 11 χειρουργεία συνολικά ,αλλά ψυχή εφήβου , με οχιές αλλά ανθρώπινες αυτή την φορά ,οι οποίες αφού ξεδιάντροπα κλέβουν το δημόσιο χρήμα ,εγώ ήδη τις έχω κοψομεσιάσει ,τις έχω ξεδοντιάσει και μένει σε 10 μήνες να τους << πατήσω το κεφάλι σαν οχιές >> ,όπως λέει και ο αγαπημένος μου Νίκος Γκάτσος .!!!Σας αφιερώνω το υπέροχο ποίημα -τραγούδι του ,το οποίο σας καλώ να απολαύσετε .Με αγάπη φίλοι μουΠαναγιώτηςΠρωτομαγιάΜε το σουγιάΧαράξαν το φεγγίτηΚαι μια βραδιάΣαν τα θεριάΣε πήραν απ' το σπίτιΚι ένα πρωί σε μια γωνιά στην ΚοκκινιάΕίδα το μπόγια να περνά και το φονιάΓύρευα χρόνια μες στον κόσμο να τον βρωΜα περπατούσε με το χάρο στο πλευρόΝυν και αείΜες στη ζωήΣε είχα αραξοβόλιΜα μιαν αυγήΣτη μαύρη γηΣε σώριασε το βόλιΚι ένα πρωί σε μια γωνιά στην ΚοκκινιάΕίδα το μπόγια το ληστή και το φονιάΤου 'χανε δέσει στο λαιμό του μια τριχιάΚαι του πατάγαν το κεφάλι σαν οχιά .
ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ - Βικυ Μοσχολιου (ΞΑΡΧΑΚΟΣ-ΓΚΑΤΣΟΣ) .!!!
Μεγάλωσα τα παιδικά μου χρόνια στον απόλυτο πρωτογονισμό με την λάμπα του πετρελαίου να μαθαίνω τα πρώτα μου γράμματα μέχρι 13,5 ετών ,που βρεθήκαμε οικογενειακώς πριν από τα Χριστούγεννα του 1966 στην πανέμορφη τότε Αθήνα ,όπου δεν άργησα να προσαρμοστώ πλήρως με τα άλλα παιδιά της Αθήνας και εκτός από καλός μαθητής ,θα έπρεπε να γίνω και πρώτος στα ποδοσφαιράκια ,όπου η τριάδα μου με μισό φαλτσαριστό μπαλάκι δεν μπορούσε να πιαστεί από τους καλύτερους αμυντικούς, αφού περνούσε το μπαλάκι μέσα από τους αμυντικούς, κάνοντας έναν εκκωφαντικό χτύπο στο τέρμα ,με την χαρακτηριστική φράση << μαγκιάς >> της εποχής εκείνης προς τον αμυντικό : ρούφα το και ήταν η απόλαυση του θριάμβου και για το τρόπαιο βέβαια που ήταν το κέρασμα του φραπέ ,αλλά γυρνώντας στον απόλυτο πρωτογονισμό ,εκτός των όσων ανέφερα ,έπρεπε για να επιβιώσουμε και να μην μας λείπει τίποτα από το σπίτι της ψυχάρας της μάνας μου από την γαλατόπιτα( γαλόπιτα την έλεγαν εκεί ,που ήταν η σημερινή γαλατόπιτα αλλά χωρίς φύλλο κάθε εβδομάδα), την οποια φτιάχνω και εγώ μέχρι σήμερα για τις λατρεμένες μου εγγονούλες , μέχρι το μοναδικό παντεσπάνι στον ξυλόφουρνο και εκείνο το άρωμα του καπνιστού από την καύση των ξύλων ανάμεικτο με το άρωμα της κανέλας και του λίγου αγνού μελιού στο σιρόπι ,το οποίο έφτανε μέχρι τον πάτο του ταψιού ,αφού θυμάμαι πως το τρυπούσε για τον σκοπό αυτό με μια οδοντογλυφίδα και παραμένει για μένα μέχρι και σήμερα αξέχαστη και ανυπέρβλητη γεύση ,με το γάλα από τις κατσίκες είτε για να πίνουμε καθημερινά ή για να φτιάχνει τις μοναδικές σε νοστιμιά χυλοπίτες και τα χυλοπιτωτά μακαρόνια που τα κοκόρια που έκτρεφε έφτιαχνε τις πεντανόστιμες μακαρονάδες με τις ντομάτες από τα μποστάνια μας , στην καλλιέργεια των οποίων συμμετείχα παράλληλα με τα γράμματα , που όμως έπρεπε και εγώ από 6 χρόνων να πάω να δέσω τις κατσίκες στα πλούσια λιβάδια και το βράδυ να τις φέρω στο σπίτι, για να τις αρμέξει η μάνα μου και να πάρουμε το πολύτιμο τους γάλα ,για όσα ανέφερα .!!
Έτσι όμως έθετα σε κίνδυνο την ζωή μου από τις ύπουλες - δειλές και επικίνδυνες οχιές ,τις οποίες δεν φοβόμουν από 6 ετών ,αλλά ο αδερφός της μάνας μου με έμαθε, πως να τις σκοτώνω με ασφάλεια .!!!
Έτσι όταν τις έβλεπα, δεν το έβαζα στα πόδια τρέχοντας σαν δειλός ,αλλά αφού τις χτυπούσα πρώτα στην μέση ,για να μην μου φύγουν ,είτε πάνε και τσιμπήσουν τις κατσίκες , μετά όπως ήταν κοψομεσιασμένες κουνούσαν απειλητικά το κεφάλι τους ,το οποίο τους το πατούσα με τις γαλότσες μου και τους το συνέθλιβα ,όπως λέει και ο μεγάλος μας ποιητής και συμμαθητής του πατέρα μου στην ορεινή Αρκαδία Νίκος Γκάτσος , στο Τραγούδι του Ιδιοφυούς Σταύρου Ξαρχάκου και της Μοναδικής και αξέχαστης Βίκυς Μοσχολιού γειτόνισσας μου στην Αγία Βάρβαρα :ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ που με συγκλονιστικό τρόπο ερμήνευσε και όχι απλά τραγούδησε η Μοσχολιού.!!!!
Έτσι το έχει η μοίρα μου ,να βρίσκομαι και τώρα στα 69 μου χρόνια, με αρκετά προβλήματα σωματικής υγείας με 11 χειρουργεία συνολικά ,αλλά ψυχή εφήβου , με οχιές αλλά ανθρώπινες αυτή την φορά ,οι οποίες αφού ξεδιάντροπα κλέβουν το δημόσιο χρήμα ,εγώ ήδη τις έχω κοψομεσιάσει ,τις έχω ξεδοντιάσει και μένει σε 10 μήνες να τους << πατήσω το κεφάλι σαν οχιές >> ,όπως λέει και ο αγαπημένος μου Νίκος Γκάτσος .!!!
Σας αφιερώνω το υπέροχο ποίημα -τραγούδι του ,το οποίο σας καλώ να απολαύσετε .
Με αγάπη φίλοι μου
Παναγιώτης
Πρωτομαγιά
Με το σουγιά
Χαράξαν το φεγγίτη
Και μια βραδιά
Σαν τα θεριά
Σε πήραν απ' το σπίτι
Κι ένα πρωί σε μια γωνιά στην Κοκκινιά
Είδα το μπόγια να περνά και το φονιά
Γύρευα χρόνια μες στον κόσμο να τον βρω
Μα περπατούσε με το χάρο στο πλευρό
Νυν και αεί
Μες στη ζωή
Σε είχα αραξοβόλι
Μα μιαν αυγή
Στη μαύρη γη
Σε σώριασε το βόλι
Κι ένα πρωί σε μια γωνιά στην Κοκκινιά
Είδα το μπόγια το ληστή και το φονιά
Του 'χανε δέσει στο λαιμό του μια τριχιά
Και του πατάγαν το κεφάλι σαν οχιά .
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου